Page 347 - Amechanon_vol1_2016-18
P. 347

Amechanon, Vol. I / 2016-2018, ISSN: 2459-2846



                   είναι δυνατόν να αντιπαρατεθεί στο συντονισμό ως ρύθμιση, που επιλέγει κατά κανόνα
                                        345
                   να είναι η εκπαίδευση .

                   Πράγματι  επίσης,  όταν  μιλάμε  για  ενδεχόμενη  παρουσία  της  φιλοσοφίας  στην
                   εκπαίδευση,  ο  στόχος  καταρχήν  δεν  θα  ήταν  να  ελέγξουμε,  εάν  και  κατά  πόσο

                   ακολουθούμε  ή  μπορούμε  να  ακολουθούμε  ένα  μοντέλο  σκέψης/μεθόδου,  αλλά  να
                   διαγνώσουμε/αναγνωρίσουμε πώς εμείς λειτουργούμε μέσα από την αξιοποίηση ενός

                   υλικού που παρεμβάλλεται ανάμεσα σε εμάς και τα παιδιά - και αυτή η αναγνώριση
                   μπορεί να γίνει μέσα από, τους κατά το μάλλον ή ήττον, συνήθεις τρόπους μας. Να

                   προσπαθούμε αδιάλειπτα να παραμονεύουμε τις στιγμές, όπου αυτή η ανάδυσή της
                   μοιάζει παρά τη θέλησή μας να συμβαίνει. Εάν ωστόσο δεν υπάρχει η απόφαση της

                   φιλοσοφικής εκκίνησης (με ό, τι αυτό σημαίνει), το παιδαγωγικό ενδιάμεσο δεν μπορεί
                   παρά να είναι τυχαίο και γίνεται τυχαίως «φιλοσοφικό» (ή μάλλον «παρα-φιλοσοφικό»),

                   όπως εξίσου και τα τυχόν συμπεράσματα. Ή, αλλιώς, για να μετατραπεί το τυχαίο σε
                   «φιλοσοφικά-συμβαίνον»,  πρέπει  ήδη  το  εργαλείο  της  μετατροπής  να  είναι

                   «φιλοσοφικό» και όχι «ωσάν φιλοσοφία» ή «φιλολογικο-παιδαγωγικό» («ωσάν», όταν
                   οι ενέργειες, οι δράσεις, οι διδασκαλίες χάνουν γρήγορα την εσωτερική τους σχέση με

                   την  επιθυμία,  την  επανάληψη  του  «θέλω  να  είμαι  εδώ»  στις  πολλαπλές  του

                   μετατοπίσεις). Ή αλλιώς, η φιλοσοφία, ακόμα κι αν «πάει στο σχολείο» 346 , δεν (πρέπει
                   να) είναι ευεπίφορη στη σχολειοποίηση.

                   Από την άλλη, η «ματιά» που αυτο προσδιορίζεται ως φιλοσοφική δεν αρκεί, ή, σε κάθε

                   περίπτωση, θα χρειαστεί να πηγαίνουμε πάντα ένα βήμα πίσω για να κατανοήσουμε σε
                   τί  συνίσταται  κάθε  φορά  η  φιλοσοφικότητα  του  βλέμματος.  Πρόκειται  για  μία

                   προσπάθεια που μας αναγκάζει να επιστρέφουμε συνέχεια στον εαυτό μας παλεύοντας
                   με  τις  ευκολίες  μας,  μιας  και  δεν  κάνουμε  φιλοσοφία  με  τις  δεξιότητες  και  την

                   τεχνογνωσία (μόνο), αλλά (και) με αυτό που είμαστε και γινόμαστε (καθώς ωστόσο
                   περιλαμβάνει τις δεξιότητες και την τεχνογνωσία-μας). Το ότι ωστόσο οι κινήσεις της

                   φιλοσοφίας μέσα στην τάξη δεν είναι αυτονόητες και δεν υποστηρίζονται αυτονοήτως,
                   δεν θα πρέπει να μειώνει την έμφαση στη ανάγκη να αφήνεται η φιλοσοφική κίνηση να



                   345  Βλ. Νancy, J.,-L., Tyradellis, D., «Qu’appelons-nous penser?», Bienne-Paris: Diaphane, 2013, αναφ.
                   στο: Θεοδωροπούλου, Κ., Έ., (επιστημ. επιμ., εισαγ., μτφρ.), Φιλοσοφία της Παιδείας: Όψεις της
                   Πράξης, ό.π., σ. 37.

                   346  Βλ. τον εμβληματικό στο χώρο του τίτλο: Philosophy goes to school, του Lipman (Lipman, M.,
                   Philosophy goes to school, Philadelphia, PA: Temple University Press, 1998).



                                                           347
   342   343   344   345   346   347   348   349   350   351   352