Page 373 - Amechanon_vol1_2016-18
P. 373

Amechanon, Vol. I / 2016-2018, ISSN: 2459-2846



                   ήδη και μόνα τους τα περισσότερα από αυτά. Έτσι, αποφασίστηκε να ρωτήσουμε, όταν

                   αυτό συνέβαινε, εάν τα παιδιά θα ήθελαν να ξαναδούν το βιβλίο όλα μαζί αυτή τη φορά,
                   ή εάν θα επιθυμούσαν να διαβάσουν κάποιο άλλο. Οι φράσεις που ακούστηκαν ήταν:

                          «Εντάξει, να το διαβάσουμε, αλλά να πω πώς τελειώνει;... Το ξέρω, το ξέρω..»
                          «Ωραίο  ήταν,  να  σου  δείξω  κυρία  τώρα  μια  περίεργη  εικόνα;  Να  τη  δείξω  σε

                          όλους;».

                   Τα παιδιά, με τον αυθορμητισμό τους, τραβούσαν το βιβλίο όλα μαζί, για να δείξουν στα
                   υπόλοιπα την καλύτερη ζωγραφιά και ό,τι άλλο τους άρεσε. Στις περιπτώσεις αυτές,

                   ήταν πολλές οι φορές που ήταν τόσο μεγάλη η επιθυμία τους να μιλήσουν, να πούνε τις
                   σκέψεις τους, που το βιβλίο διαβάζονταν ακριβώς με άξονα την εικόνα που άρεσε στα

                   περισσότερα από αυτά. Φάνηκε λοιπόν, ότι ένα βιβλίο ήδη γνωστό για τα παιδιά, δεν
                   σήμαινε αναγκαστικά ότι θα τα απέτρεπε από το να συζητήσουν μεταξύ τους γιαυτό ή

                   για όσα ακόμη ήθελαν και τα ενδιέφερε.


                   Παρατηρώντας το βιβλίο ως μέσο: η αφήγηση

                   Το  λογοτεχνικό  βιβλίο  που  επιλέχτηκε,  εκτός  από  την  εικόνα,  είχε  και  το  ανάλογο
                   κείμενο.  Ο  λόγος,  το  κείμενο,  η  αφήγηση,  αποτέλεσαν  το  δεύτερο  στοιχείο  της

                   παρατήρησης και ένα ακόμη μέσο για τη συζήτηση. Στη λογοτεχνική θεωρία, ο ρόλος

                   της  αφήγησης  είναι  εξαιρετικά  σημαντικός  και  πολυδιάστατος.  Στην  περίπτωση  της
                   δικής μας προσέγγισης, το κείμενο θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί σε ένα διαφορετικό
                                                        379
                   πλαίσιο από εκείνο της αφηγηματικής  ανάλυσης, όπως αυτή τη συναντάμε και την
                   παρακολουθούμε να εξελίσσεται κατά τη συνήθη λογοτεχνική διδασκαλία, δηλαδή, σε

                   ένα  πλαίσιο  κατά  κανόνα  «απόρριψης»  ερωτήσεων  κατανόησης,  επεξεργασίας
                   κειμένου και κάθε άλλης διδακτικής και παιδαγωγικής παρέμβασης. Η διαφορετικότητα

                   αφορά επομένως, στο θεωρητικό πλαίσιο που ήδη οριοθετήσαμε παραπάνω και που θα



                   379  Η θεωρία της αφηγηματολογίας στο  πλαίσιο της θεωρίας της λογοτεχνίας  αναπτύσσει  τη
                   θεωρία του αφηγηματικού λόγου, αλλά και την επεξεργασία συστηματικών μεθόδων για την
                   ανάλυση των αφηγηματικών κειμένων. Διαχωρίζεται έτσι από άλλους τύπους λόγου, όπως η
                   ποιητική, η ρητορική και η υφολογία (Καψωμένος, Ε., Αφηγηματολογία, Αθήνα: Πατάκης, 2004).
                   Σκοπός της είναι να αναδειχθεί ότι το αντικείμενό της ως τεχνητό και συνθετικό δε συνιστά
                   απλώς το φορέα του νοήματος αλλά συνθέτει και κατασκευάζει αυτό το νόημα (Τζιόβας, 1993
                   στο:  Μαλέτσικα  Γ.,  «Η  διδασκαλία  της  λογοτεχνίας  με  βάση  την  αφηγηματολογία  και  τα
                   αποτελέσματά  της  στη  διδακτική  πρακτική»,  ΠΤΔΕ,  Παν.  Θεσσαλίας  Βόλος,  2011:
                   http://ir.lib.uth.gr/bitstream/handle/11615/41952/9356.pdf?sequence=1&isAllowed=y



                                                           373
   368   369   370   371   372   373   374   375   376   377   378