Page 376 - Amechanon_vol1_2016-18
P. 376

Amechanon, Vol. I / 2016-2018, ISSN: 2459-2846



                   επικοινωνίας,  ανά  πάσα  στιγμή,  εάν  υπήρχε  μεγαλύτερη  επιμονή  σε  ορισμένες

                   διευκρινίσεις ή σε οποιεσδήποτε άλλες προτροπές συμμετοχής κι επικοινωνίας. Όταν
                   υπήρχε η αγωνία, σχετικά με το εάν, για να μη σταματήσει η συζήτηση, θα έπρεπε να
                   ενισχυθεί  η  συζήτηση  με  επιπλέον  ερωτήματα  από τη  μεριά μας,  οι  κατευθυντήριες

                   γραμμές  που  τέθηκαν  εξαρχής,  φάνηκε  να  εξισορροπούν  τη  διαδικασία,  διότι

                   υπενθύμιζαν ότι τελικά, το σημαντικό ήταν να ακολουθηθεί και να ενισχυθεί η σκέψη
                   των παιδιών, δίχως να τους επιβληθεί οποιαδήποτε άλλη εξωτερική σκέψη.


                   Η διαδικασία ωστόσο έδειξε πως η ισορροπία ως προς τα παραπάνω δεν είναι εύκολη,

                   καθώς  οι  συγκρούσεις  μεταξύ  συνήθειας  και  παιδαγωγικής  εμπειρίας  δημιουργούν
                   αντιφάσεις. Η δυσκολία αυτή καταγράφεται μέσα από ερωτήματα που τίθεντο, όσο η

                   συζήτηση εξελισσόταν:

                          «Τι θα πρέπει να κάνω αν δε δοθούν απαντήσεις;», «Πόσο θα πρέπει να επιμείνω
                          ώστε  να  δοθούν  απαντήσεις;»,  «Κι  αν  δε  συνεχιστεί  η  συζήτηση  παρόλη  την

                          ενθάρρυνση;»,  «Κι  αν  δε  προκύψει  κάποιο  αποτέλεσμα  από  τη  διαδικασία;»,
                          «Ποιες είναι οι αναμονές μου από τα παιδιά;», «Και η σιωπή;... εάν υπάρχει μόνο
                          σιωπή;...  Τι  θα  την  κάνω  τη  σιωπή;»,  «Κι  αν  ακούω  συνέχεια  φράσεις  όπως

                          …βαριέμαι;… ή ...το έχω κυρία αυτό το βιβλίο … το χω διαβάσει… πάλι αυτό θα
                          κάνουμε; ....κι εγώ το ξέρω το βιβλίο… το χω κι εγώ, κι εγώ…;».

                   Προέκυψαν  επομένως,  δυο  βασικά  σημεία  στην  παρατήρηση.  Από  τη  μια  υπήρχε  η
                   αίσθηση ότι, ίσως, δεν θα συναχθεί ένα «συμπέρασμα» και ότι θα δημιουργηθούν κενά

                   στην όλη διαδικασία, μια σκέψη η οποία έμεινε ως διδακτικό και παιδαγωγικό ερώτημα
                   να αιωρείται καθ’ όλη τη διάρκεια της παρατήρησης και της αυτοπαρατήρησης. Από την

                   άλλη, διαπιστωνόταν η υπαρκτή προσπάθεια να συνεχιστεί η «διήγηση» της ιστορίας
                   μέσα από την προσωπική ματιά των παιδιών, όσο το δυνατόν πιο «αόρατα», με μια

                   ματιά, μια κίνηση ίσως. Το πρόβλημα της πιθανής μη εξέλιξης της ιστορίας και της επίσης
                   πιθανής  ύπαρξης  κενών  στη  διαδικασία  αποτέλεσε  στοιχείο  εσωτερικού

                   προβληματισμού  και  ανησυχίας  για  την  εκπαιδευτικό  κατά  τη  διάρκεια  της
                   παρατήρησης και της αυτοπαρατήρησης.












                                                           376
   371   372   373   374   375   376   377   378   379   380   381