Page 405 - Amechanon_vol1_2016-18
P. 405

Amechanon, Vol. I / 2016-2018, ISSN: 2459-2846



                   Αν και η συζήτηση είχε ικανοποιητική ροή και οι σιωπές 408  δεν με «τρόμαξαν», αφού τις

                   αναγνώριζα ως φάσεις αναστοχασμού των παιδιών σε όσα είχαν ειπωθεί, το κείμενο
                   αποτέλεσε για μένα ένα ισχυρό βοήθημα για να ξαναπιάσω το νήμα της συζήτησης, εκεί
                   όπου  φαινόταν  ότι  η  διαδικασία  κινδύνευε  να  αποδυναμωθεί 409 .  Ωστόσο,  οι  ίδιες  οι

                   σιωπές αυτές υπήρξαν, αργότερα, ιδιαίτερα προβληματικές για μένα, καθώς αναδύθηκε

                   το ηθικό (φιλοσοφικό) δίλημμα του δικαιώματος του παιδιού, να έχει τη δυνατότητα
                   να  σκεφτεί,  να  αναστοχαστεί,  πέρα  από  χρονικούς  περιορισμούς  που  οι  όποιες

                   διδακτικές παρεμβάσεις ορίζουν.


                   Είναι  εν  τέλει,  εξαιρετικά  δύσκολο,  ο  πατερναλισμός  (βασικό  χαρακτηριστικό  του
                   εκπαιδευτικού  συστήματος  και  της  κουλτούρας  του  δασκάλου,)  να  απαξιωθεί  στην

                   εκπαιδευτική μας συνείδηση, ώστε να γίνει δυνατή η επιθυμητή αλλαγή στάσης του/της
                   εκπαιδευτικού και η ισότιμη παρουσία του/της στην εκπαιδευτική διαδικασία. Καθώς

                   δηλαδή, σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα, είχα την ευκαιρία να πραγματοποιήσω
                   στοχευμένες συζητήσεις σε όλες τις τάξεις του δημοτικού, διαπίστωνα σταδιακά, ότι τα

                   παιδιά κάθε τμήματος και κάθε τάξης, ανέπτυσσαν ένα διαφορετικό προβληματισμό
                   και η συζήτηση έπαιρνε άλλο δρόμο, περισσότερο ή λιγότερο εξαρτημένη από το βιβλίο

                   το  κείμενο  ή  τις  εικόνες,  διαφορετικές  ερμηνείες  στην  ίδια  εικόνα ή  ενδιαφέρον  για
                   αναζήτηση με αφορμή διαφορετικές εικόνες. Αυτό με έκανε να απενοχοποιήσω τον

                   εαυτό  μου  σε  πρώτο  επίπεδο  ως  προς  τον  καλά  κρυμμένο  πατερναλισμό  μου,  που
                   φοβόμουν ότι θα επηρεάσει το αντικείμενο της συζήτησης. Ωστόσο, αυτό το πρώτο

                   βήμα  της  πιθανής  αποδέσμευσής  μου  από  το  αντικείμενο  της  συζήτησης  σε  πρώτο
                   επίπεδο δε σημαίνει και την απουσία μου από τη χειραγώγηση της διαδικασίας. Εδώ

                   φαίνεται να υπάρχει μια μεγάλη παγίδα.







                   408  «Τα κείμενα, τα σώματα, οι κινήσεις, ο λόγος, οι συζητήσεις, το βλέμμα, οι ενορχηστρώσεις
                   τους, οι συστάδες τους, οι χάρτες τους, οι αιχμές τους, ο ρυθμός τους, οι αναπνοές τους, οι σιωπές
                   τους είναι εκείνο το ευρύ πεδίο το οποίο, αναπτύσσεται σε περιβάλλοντα τάξης και είναι δυνατό
                   να αναδίδει φιλοσοφικούς ψιθύρους και ψήγματα, φωνές ή θραύσματα» (Βλ Θεοδωροπούλου,
                   Έ., «“Κάτι μέσα του”: σημείωμα περί φιλοσοφικών ευρημάτων σε λογοτεχνικoύς τόπους», ό.π.,
                   σ. 34).

                   409
                      Το κείμενο, όπως αποδείχθηκε στην πράξη, «έδινε τη δυνατότητα παραγωγής μίας απειρίας
                   ερμηνεύσιμων  και  επανερμηνεύσιμων  νοημάτων  στο  διαφορετικό  εκάστοτε  πλαίσιο
                   προσέγγισης του κάθε αναγνώστη» ενώ εγώ έπρεπε να διαχειριστώ το άγχος «μιας αντίληψης
                   περί πεπερασμένης πολυσημίας των κειμένων» Βλ Θεοδωροπούλου, Έ., στο ίδιο, υποσημ. 13).



                                                           405
   400   401   402   403   404   405   406   407   408   409   410