Page 42 - Amechanon_vol1_2016-18
P. 42

Amechanon, Vol. I / 2016-2018, ISSN: 2459-2846



                                    19
                   μέσω της σκέψης . Το «υποκείμενο», λοιπόν, χωρίς να είναι κάτι «δεδομένο», είναι μια
                   «αφήγηση» της ίδιας της σκέψης, αλλά ποτέ η ίδια η σκέψη. Ωστόσο, το γεγονός αυτό,

                   αν  και  δεν  εμπερικλείει  καμία  τελική  αλήθεια,  δεν  αποκλείει  το  ενδεχόμενο  αυτή  η
                   «αφήγηση» να είναι, ή κάποτε να ήταν μια αναγκαία προϋπόθεση για την ίδια τη ζωή.


                   Εάν όμως η σκέψη δεν είναι για τον  Nietzsche μια δραστηριότητα του στοχαστικού
                   υποκειμένου, τότε τι είναι; Πώς μπορούμε να αντιληφθούμε την ίδια τη σκέψη, εάν δεν

                   επιθυμούμε ούτε να την απλοποιήσουμε σε μια απομονωμένη δραστηριότητα του νου
                   ή του πνεύματος ούτε να τη θεωρήσουμε ως μέρος της υπόστασης του υποκειμένου,

                   ως  την  απαρχή  και  την  προέλευσή  του;  Ποιο  είναι  «αυτό»  που  σκέφτεται,  όταν  ο
                   Nietzsche γράφει: «Όχι ‘εγώ σκέφτομαι’, αλλά αυτό σκέφτεται μέσα μου»; Εν συντομία,

                   η απάντηση του Nietzsche είναι η εξής: η ζωή καθαυτή, που γίνεται αντιληπτή ως η
                   συνεκτική  και  προοπτική  οικειοποίηση  της  βούλησης  για  δύναμη  και  της  αιώνιας

                   επιστροφής του ομοίου.

                   H  σύλληψη  του  σκέπτεσθαι  ως  κάτι  εγγενώς  «φανταστικού»  ή  ποιητικού,  από  την

                   άποψη της δημιουργίας φαινομενικών αληθειών ή αναγκαίων αφηγήσεων, όπως λ.χ.
                   αυτής του «υποκειμένου» ως οπτικής εικόνας, είναι για τον Nietzsche ισοδύναμη με τον
                                                                           20
                   ισχυρισμό ότι ολόκληρο το σκέπτεσθαι είναι μια ερμηνεία . Έτσι ο Nietzsche, καθώς




                   19
                     Ο Nietzsche, εδώ φαίνεται να αντιστρέφει τη θέση περί της εξάρτησης του «υποκειμένου» από
                   μια  προγενέστερη  πίστη  στην  ουσία,  καθώς  αναφέρεται  και  σε  άλλες  αιτιακές  σχέσεις  που
                   γίνονται κατανοητές σε σχέση με το υποκείμενο, αλλά αυτή η προφανής αντιστροφή αντιστοιχεί
                   μόνο  στην  υπεροχή  του  «υποκειμένου»  μέσα  στη  μοντέρνα  εποχή,  όπου  η  αλήθεια  του
                   εξωτερικού κόσμου στηρίζεται στην υποκειμενικότητα της ανθρώπινης γνώσης. Έτσι, είναι από
                   αυτή την άποψη που ο Nietzsche επικαλείται ρητά αυτήν την αντιστροφή στον αφορισμό 485:
                   «Η έννοια της ουσίας είναι μια συνέπεια της έννοιας του υποκειμένου: όχι το αντίστροφο! Αν
                   παρατήσουμε την ψυχή, το «υποκείμενο», η προϋπόθεση για μια «ουσία» γενικώς εξαφανίζεται.
                   Αποκτάμε  βαθμούς  του  όντος,  χάνουμε  το  ον»  (Νίτσε,  Φρ.,  Πέραν  του  Καλού  και  του  Κακού,
                   ό.π.).Έτσι, αυτή η γενεαλογική αντιστροφή έχει νόημα μόνο στην εποχή του μοντερνισμού. δεν
                   θα είχε νόημα στην κλασική εποχή της ελληνικής φιλοσοφίας. Το προηγούμενο σημείο εστίασης
                   του  Nietzsche,  που  προσδιορίζει  την  απαρχή  της  έννοιας  του  «υποκειμένου»  σε  αυτήν  της
                   «ουσίας» παραμένει έγκυρο, διότι είναι αυτή η ίδια η γενεαλογία που αρχικά επιτρέπει την εποχή
                   του καρτεσιανού μοντερνισμού.

                   20   Υπ’  αυτή  την  έννοια  μπορούμε  δικαιολογημένα  να  χαρακτηρίσουμε  τον  Nietzsche  ως
                   ερμηνευτικό φιλόσοφο, η νιτσεϊκή γενεαλογία είναι πραγματικά ερμηνευτική. Στον αφορισμό
                   481 της Βούλησης για Δύναμη γράφει χαρακτηριστικά ο φιλόσοφος: Ενάντια στον θετικισμό, που
                   μένει στα φαινόμενα - «υπάρχουν μόνο γεγονότα - εγώ θα έλεγα: όχι, τα γεγονότα είναι ακριβώς
                   αυτό που δεν υπάρχει, υπάρχουν μόνον ερμηνείες. Δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε κανένα
                   γεγονός από μόνο του: ίσως να είναι τρέλα να θέλουμε να κάνουμε κάτι τέτοιο.
                   «Το καθετί είναι υποκειμενικό», λέτε, αλλά ακόμη κι αυτό είναι ερμηνεία. Το «υποκείμενο» δεν
                   είναι κάτι δεδομένο, είναι κάτι προσθεμένο και επινοημένο και προβλημένο πίσω απ' αυτό που



                                                           42
   37   38   39   40   41   42   43   44   45   46   47